Friday, October 23, 2015

ΟΙ ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΣΕΒ. ΠΕΡΓΑΜΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΖΗΖΙΟΥΛΑ Δ΄



ΣΥΝΤΟΜΟΣ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΕΙΣΗΓΗΣΕΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΦΑΤΗ ΣΥΝΑΞΗ ΤΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ ΤΟΥ ΘΡΟΝΟΥ
(29.8.2015-2.9.2015)
Θ΄

Του Γραφείου επί των αιρέσεων της Ι. Μητροπόλεως Πειραιώς
=====

Δ΄

Εις ό,τι αφορά τον άγιο Κύριλλο Αλεξανδρείας απαντούμε τα εξής: Ο άγιος αντιμετώπισε στην αρχή τον Νεστόριο σαν άρρωστο μέλος της Εκκλησίας και σαν σοφός ιατρός έκανεό,τι είναι δυνατόν για την θεραπεία του. Όταν όμως διαπίστωσε, μετά τις δύο πρώτες επιστολές νουθεσίας, ότι δεν θεραπεύεται, αναγκάζεται στην τρίτη, να τον απειλήσει, ότι αν δεν παύσει τις αιρετικές του διδασκαλίες, θα διακόψει κάθε εκκλησιαστική κοινωνία μαζί του. Πράγματι ο άγιος διέκοψε την εκκλησιαστική κοινωνία με τον Νεστόριο μετά από δύο τοπικές Συνόδους, μία στην Ρώμη από τον Πάπα Κελεστίνο και μία στην Αλεξάνδρεια από τον άγιο Κύριλλο, που έγιναν το ίδιο έτος, το 430. Μάλιστα στη δεύτερη Σύνοδο, κατά την οποία και προήδρευσε, συνέταξε συνοδική επιστολή προς τον Νεστόριο, στην οποία μεταξύ των άλλων παρατίθενται και οι 12 Αναθεματισμοί. Η Σύνοδος έστειλε την συνοδική επιστολή προς τον Νεστόριο και του έδωσε προθεσμία, από κοινού με τον Πάπα Κελεστίνο, ότι «ει μη απόσχοιτο την ταχίστην των εαυτού καινοτομιών και κατά την ορισθείσαν προθεσμίαν παρά του οσιωτάτου και θεοσεβεστάτου της Ρωμαίων Εκκλησίας επισκόπου Κελεστίνου…ουδένα κοινωνίας έχει τόπον προς τους ιερέας του Θεού, αλλ’ έσται πάντων αλλότριος…»,[16] έαν δεν απομακρυνθεί και δεν αναθεματίσει τις αιρετικές του διδασκαλίες, «ουδένα κοινωνίας έχει τόπον», θα παύσουν πλέον να έχουν εκκλησιαστική κοινωνία μαζί του. Όταν εγράφη η συνοδική επιστολή, η Σύνοδος είχε μεν καταδικάσει τον Νεστόριο και τις αιρετικές του διδασκαλίες, ωστόσο δεν έκρινε σκόπιμο να διακόψει αμέσως την εκκλησιαστική κοινωνία μαζί του. Αυτό θα γινόταν μόνο μετά την λήξη της προθεσμίας και με βάση τις δύο αυτές τοπικές συνόδους. Τούτο σημαίνει ότι ο άγιος, (όπως και ο Πάπας Κελεστίνος), διέκοψαν την εκκλησιαστική κοινωνία με τον Νεστόριο μετά την λήξη της προθεσμίας και όχι μετά την καταδίκη του από την Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο, όπως εσφαλμένα πιστεύει ο Σεβασμιώτατος. Δεν έχουμε καμιά μαρτυρία από τις πηγές, ότι ο άγιος κατά την διάρκεια της Γ΄ Οικουμενικής Συνόδου εξακολουθούσε να αποκαλεί τον Νεστόριο «αδελφό και συλλειτουργό», πράγμα που σημαίνει, ότι ήδη πρό της Γ΄ Οικουμενικής ο άγιος διέκοψε την εκκλησιαστική κοινωνία με τον Νεστόριο. Πιστεύουμε ότι ο Σεβασμιώτατος αυθαίρετα βγάζει το συμπέρασμα, ότι «μόνον Σύνοδος και μάλιστα Οικουμενική, έχει το δικαίωμα να θέσει, (τούς αιρετικούς), εκτός της Εκκλησίας», διότι δεν παραθέτει ούτε μία μαρτυρία από τις πηγές, για να τεκμηριώσει τις απόψεις του.

Επανερχόμενοι τώρα στην περίπτωση του Παπισμού, θα μπορούσαμε άραγε να θεωρήσουμε τον Παπισμό ως αληθή Εκκλησία και τον Πάπα ως αληθή επίσκοπο της Πρεσβυτέρας Ρώμης, επειδή δήθεν ο Παπισμός δεν κατεδικάσθη από καμία Οικουμενική Σύνοδο, ή επειδή η Ανατολή δεν είχε τότε, (1054), την πολιτική και εκκλησιαστική δύναμη να τοποθετήσει Ορθόδοξο Πάπα Ρώμης; Όχι βέβαια. Ο Παπισμός είχε καταδικαστεί ως αίρεση ήδη επί μεγάλου Φωτίου κατά την Σύνοδο του 879-880, η οποία είχε όλα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα μιάς Οικουμενικής Συνόδου. Επίσης κατεδικάσθη ως αίρεση και από όλες τις μεταγενέστερες μετά το Σχίσμα Ενδημούσες Συνόδους, με προεξάρχουσα την Σύνοδο του 1351, επί αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, η οποία είναι η Θ΄ Οικουμενική Σύνοδος της Εκκλησίας.

Σχετικά με το δεύτερο επιχείρημα των «συντηρητικών θεολόγων των νεωτέρων χρόνων» απαντούμε τα εξής: Η Ορθόδοξος Εκκλησία μας καλείται να βαδίσει «επομένη τοις αγίοις πατράσι» και όχι «επομένη» πίσω από τον κάθε Ορθόδοξο θεολόγο, όσο μεγάλος και σπουδαίος και αν είναι αυτός και όσο μεγάλη θεολογική κατάρτιση και αν έχει και όσους πανεπιστημιακούς  τίτλους και αν διαθέτει, είτε αυτός λέγεται Τρεμπέλας, ή Καρμίρης, ή Φλωρόφσκυ κ.λ.π. Τους θεολόγους αυτούς ακολουθούμε στο μέτρο που και αυτοί με την σειρά τους ακολουθούν τους αγίους Πατέρες. Και τούτο διότι οι άγιοι Πατέρες, ως έχοντες φθάσει σε κατάσταση θείου φωτισμού και βιώνοντες το γεγονός της θεώσεως ως μία πραγματικότητα μέσα τους, βρίσκονται σε απείρως πλεονεκτικότερη θέση από τους παρά πάνω αναφερθέντας θεολόγους, οι οποίοι επειδή ακριβώς δεν διαθέτουν τον θείο φωτισμό των αγίων Πατέρων, αδυνατούν να παράγουν «πρωτογενή θεολογία» που είναι καρπός θείας αποκαλύψεως και όχι καρπός ακαδημαϊκής ενασχολήσεως, ή επιστημονικής έρευνας. Στο συγκεκριμένο λοιπόν ζήτημα του κατά πόσον ο Παπισμός είναι Εκκλησία ή όχι, όλοι οι μετά το Σχίσμα άγιοι, από τον άγιο Γρηγόριο Παλαμά μέχρι τον άγιο Νεκτάριο και τον άγιο Παΐσιο, χωρίς καμία εξαίρεση, χαρακτηρίζουν τον Παπισμό ως αίρεση και όχι ως Εκκλησία.

Κλείνοντας την εισήγησή του ο Σεβασμιώτατος δεν μπόρεσε να κρύψει την απαισιοδοξία του για το μέλλον του θεολογικού διαλόγου, τονίζοντας: «Τα προβλήματα τα διαιρούντα την Ορθοδοξίαν με τον Ρωμαιοκαθολικισμόν είναι εισέτι πολλά. Ο διάλογος έχει ακόμη μακράν θεματολογίαν να εξαντλήση και η ένωσις, (ας μην ανησυχούν οι προτιμώντες την διαίρεσιν), απέχει πολύ». Τα προβλήματα αυτά τα συνόψισε στην Ουνία, το φιλιόκβε, τα μονομερώς υπό της Ρώμης προκηρυχθέντα δόγματα κατά την β΄χιλιετίαν και τις αναφυείσες διαφορές μεταξύ Ορθοδόξου και δυτικής Θεολογίας κατά τας ησυχαστικάς έριδας τον 14ο αιώνα.

(Συνεχίζεται)

No comments:

Post a Comment