Wednesday, October 21, 2015

ΣΥΝΤΟΜΟΣ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΕΙΣΗΓΗΣΕΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΦΑΤΗ ΣΥΝΑΞΗ ΤΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ ΤΟΥ ΘΡΟΝΟΥ Ζ΄



ΣΥΝΤΟΜΟΣ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΕΙΣΗΓΗΣΕΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΦΑΤΗ ΣΥΝΑΞΗ ΤΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ ΤΟΥ ΘΡΟΝΟΥ

(29.8.2015-2.9.2015)
Ζ΄

Του Γραφείου επί των αιρέσεων της Ι. Μητροπόλεως Πειραιώς
=====

Β΄

Περί της πορείας του επισήμου «Θεολογικού Διαλόγου της Ορθοδόξου μετά της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας».

Στην δεύτερη αυτή εισήγησή του ο Σεβασμιώτατος, επιχειρεί να μας δώσει μια εικόνα της μέχρι σήμερα πορείας του εν λόγω Διαλόγου, χωρίς ωστόσο να λέει όλη την αλήθεια. Γύρω από το θέμα αυτό παραπέμπουμε τον αναγνώστη σε σχετική εργασία μας με τίτλο «Η Ορθοδοξία μπροστά στη θύελλα του συγχρόνου Προτεσταντικού και Παπικού Οικουμενισμού»,[8] όπου και περιγράφουμε με λεπτομέρειες την πορεία του Διαλόγου αυτού και το αδιέξοδο στο οποίο έχει φθάσει σήμερα μετά από 35 χρόνια Διαλόγου. Από την εισήγηση αυτή θα σχολιάσουμε ορισμένα μόνο σημεία.

Κατ’ αρχήν τίποτε δεν λέγεται στην εισήγηση για την αντικανονική άρση των αναθεμάτων, η οποία επιχειρήθηκε μονομερώς μεταξύ του Οικουμενικού Πατριαρχείου και του Βατικανού τον Δεκέμβριο του 1965, χωρίς δηλαδή να προηγηθεί Πανορθόδοξος Σύνοδοςκαι χωρίς την ομόφωνη συναίνεση όλων των Πατριαρχείων και Αυτοκεφάλων Εκκλησιών. Για να μιλήσουμε ακριβέστερα, ούτε και αυτή ακόμη η Πανορθόδοξος Σύνοδος, (εάν συνεκαλείτο), θα είχε την εξουσία να άρει τα αναθέματα, χωρίς να αρθούν προηγουμένως τα αίτια, που οδήγησαν στην επιβολή των. Τίποτε δεν λέγεται στην εισήγηση για το περιεχόμενο του κοινού κειμένου του Balamand, που είναι καθ’ ολοκληρίαν ένα κείμενο - προδοσία της Ορθοδόξου πίστεως και αναγνωρίσεως του Παπισμού ως Εκκλησίας. Τίποτε δεν λέγεται για την καταδίκη της Ουνίας στο Freising και την αθώωσή της στο Balamand. Τίποτε δεν λέγεται για τα πολλά προβληματικά και από Ορθοδόξου απόψεως απαράδεκτα σημεία του κειμένου της Ραβέννας. Επίσης ο Σεβασμιώτατος ονομάζει τον Παπισμό ως «Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία», ενώ παρά κάτω, στην τρίτη παράγραφο κάνει λόγο για ανακήρυξη «μονομερώς υπό της Ρώμης νέων δογμάτων», δηλαδή αιρετικών διδασκαλιών, οι οποίες την κατέστησαν αιρετική παρασυναγωγή. Επειδή δε κατεδικάσθη και συνοδικώς από πολλές Ορθοδόξους Συνόδους μετά το Σχίσμα ως τοιαύτη, δεν είναι πλέον δυνατόν να αποτελεί Εκκλησία.

Παρουσιάζει ακόμη τους μετά το Σχίσμα μετά των Παπικών γενομένους Διαλόγους των αγίων Πατέρων μας, όπως του αγίου Μάρκου του Ευγενικού, ως γενομένους μέσα σ’ ένα κλίμα «οξείας πολεμικής των Ορθοδόξων κατά των Δογμάτων αυτών (των Παπικών)». Και ότι εξ’ αιτίας αυτού του πολεμικού κλίματος «καθίστατο αδύνατος κάθε θεολογικός διάλογος μεταξύ Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών». Παρουσιάζονται δηλαδή οι άγιοι Πατέρες μας να διαλέγονται με πάθος και με φανατισμό και με μια πολεμική διάθεση αντιπαραθέσεως να επιμένουν στην υπεράσπιση των Ορθοδόξων Δογμάτων. Μια τέτοια στάση, κατά την γνώμη του εισηγητού, (και των άλλων οικουμενιστών προφανώς), είναι λανθασμένη και καταδικαστέα, εξ’ αιτίας της ελλείψεως ορθής βάσεως και γνησίου χριστιανικού πνεύματος αγάπης. Ουσιαστικά ο Σεβασμιώτατος εδώ επαναλαμβάνει τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξε η Γ΄  Προσυνοδική, (1986), κατά την συζήτηση του θέματος: «Γενική επισκόπησις και αξιολόγησις της πορείας των σχέσεων και των διαλόγων της Ορθοδόξου Εκκλησίας μετά των λοιπών χριστιανικών Εκκλησιών και Ομολογιών, ως και μετά του Παγκοσμίου Συμβουλίου των Εκκλησιών».

Στη συζήτηση αυτή κατά την αξιολόγηση του διαλόγου με τους Παπικούς ελέχθη, μεταξύ άλλων, ότι «ο διάλογος ούτος καίπερ ο σπουδαιότερος πάντων των άλλων και κατά τους βυζαντινούς χρόνους διεξαχθείς υπό διαφόρους συνθήκας άνευ αποτελέσματος, ως στηριχθείς επί μη ορθής βάσεως και υπαγορευθείς ουχί υπό γνησίου χριστιανικού πνεύματος, αλλ’ επιβληθείς έξωθεν δια της βίας, κατά τους ημετέρους χρόνους εισέτι δεν έχει αρχίσει επισήμως».[9] 

Στους διαλόγους αυτούς, όπως γνωρίζουμε, οι άγιοι Πατέρες μας έμεναν πάντα ανυποχώρητοι στα ορθόδοξα δόγματα και έθεταν πάντα ως απαράβατο όρο ενώσεως την αποβολή των αιρετικών διδασκαλιών του Παπισμού και την επιστροφή στην Ορθοδοξία. Επειδή όμως οι Παπικοί επέμεναν πεισματωδώς στις πλάνες τους, οι διάλογοι αυτοί δεν καρποφόρησαν. Η επιμονή τους στις αλήθειες της Ορθοδοξίας δεν ήταν αποτέλεσμα πείσματος και φανατισμού, αλλά μια επιβαλλομένη και επαινετήστάση ομολογίας πίστεως και αληθινής αγάπης προς τους εν πλάνη ευρισκομένους Παπικούς. Ήταν μάλιστα μια στάση,  για την οποία η Εκκλησία τους τιμά ως ομολογητές και αγίους της Εκκλησίας. Ωστόσο ο εισηγητής και οι ομόφρονές του απορρίπτουν την πατερική βάση Διαλόγου του παρελθόντος, που στηρίζεται στα ορθόδοξα δόγματα, διότι δήθεν απ' αυτή απουσιάζει το γνήσιο χριστιανικό πνεύμα, και φιλοδοξούν να τοποθετήσουν μια νέα βάση στο διάλογο, οικουμενιστικής εμπνεύσεως και προοπτικής, που θα αποτελέσει το θεμέλιο για την ανοικοδόμηση «συγκρητιστικού - ουνιτικού» τύπου ενώσεως με τον Παπισμό.

(Συνεχίζεται)

No comments:

Post a Comment