Monday, March 9, 2015

Η ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ



ΜΕΤΑΛΛΑΓΜΕΝΗ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙΩΜΕΝΗ Η ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

Δυσμενεῖς ἐξελίξεις κατὰ τὴν προετοιμασίαν τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου 

Τοῦ π. Θεοδώρου Ζήση
=====


1.) Ἡ οἰκουμενικότης τῆς Συνόδου

Εἶναι γνωστὸν ὅτι ἀπὸ τὴν δεκαετία τοῦ 1960 ἀναζωπυρώθηκε τὸ ἐνδιαφέρον τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας γιὰ τὴν σύγκληση καὶ προετοιμασία τῆς «Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου» τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία κατενοεῖτο πάντοτε ὡς Οἰκουμενικὴ Σύνοδος, μέλλουσα νὰ πληρώσει τὸ μεγάλο συνοδικὸ κενὸ δεκατριῶν (13) αἰώνων, ἐὰν ὡς τελευταία Οἰκουμενικὴ Σύνοδο θεωρήσουμε τὴν Ζ´ ἐν Νικαίᾳ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο τοῦ 787, ἢ νὰ ἀναγνωρίσει ὡς Η´ καὶ Θ´ Οἰκουμενικὲς Συνόδους τὴν συγκληθεῖσα ὑπὸ τοῦ Ἁγίου Φωτίου σύνοδο (879-880), μὲ τὴν συμμετοχὴ μάλιστα καὶ ἐκπροσώπων τοῦ πάπα, ὡς καὶ τὴν ἡσυχαστικὴ σύνοδο τοῦ 1351 στὴν Κωνσταντινούπολη, ποὺ ἐπεκύρωσε τὴν διδασκαλία τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ.

Ὡς συνέχεια αὐτῶν τῶν οἰκουμενικῶν συνόδων ἐθεωρεῖτο ἡ προετοιμαζόμενη Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία, σὺν τοῖς ἄλλοις, θὰ ἐθεράπευε καὶ δύο σημειούμενες καὶ ἐπισημαινόμενες ἐλλείψεις σὲ ἐκκλησιολογικὸ καὶ ποιμαντικὸ ἐπίπεδο κατὰ τὴν ἱστορικὴ πορεία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μετὰ τὴν ἀπόσχιση τοῦ Παπισμοῦ. Πολλοὶ διηρωτῶντο πῶς ἡ αἱρετικὴ καὶ σχισματικὴ Ρώμη νομιμοποιεῖται νὰ συγκαλεῖ καὶ νὰ ἀριθμεῖ μετὰ τὴν Ζ´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο δικές της συνόδους ὡς οἰκουμενικές, μὲ τελευταία τὴν γνωστὴ σύνοδο τῶν καιρῶν μας Β´ Βατικάνειο (1962 - 1965), ἐνῶ διστάζει ἢ δὲν φροντίζει νὰ συγκαλέσει Οἰκουμενικὴ σύνοδο ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, ἡ μόνη ἀληθὴς διάδοχος καὶ συνέχεια τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας; Γιατί αὐτὸ τὸ ἀποκλειστικά δικό της προνόμιο ἀφήνει νὰ τὸ σφετερίζεται ἐπὶ αἰῶνες ἡ Ρώμη, ἐνῶ αὐτὴ ἐμφανίζεται ὡς μὴ διεκδικοῦσα καθολικότητα καὶ οἰκουμενικότητα;

Ἐπὶ πλέον πέραν τῆς ἐκκλησιολογικῆς αὐτῆς παραμέτρου ἡ οἰκουμενικὴ συνοδικὴ ἀπραξία τὴν ἐνεφάνιζε ὡς στατικὴ καὶ ἀνενέργητη ἐκκλησία, ὡς μουσειακό ἀπολίθωμα, ποὺ ἐπαναπαύεται στὶς δάφνες τοῦ παρελθόντος καὶ δὲν ἔχει ποιμαντικὴ ἀγωνία γιὰ τὴν ἐπίλυση προβλημάτων δογματικῶν, ἠθικῶν, λειτουργικῶν, νομοκανονικῶν καὶ ἄλλων. Ἀπὸ τὶς παλαιὲς οἰκουμενικὲς συνόδους μέχρι σήμερα, εἴτε θεωρήσει κανεὶς τὴν Ζ΄ (787) ὡς τελευταία εἴτε ἀναγνωρίσει καὶ τὶς δύο θεωρούμενες ὡς οἰκουμενικές, τὴν Η´ (879-880) καὶ τὴν Θ´ (1351), ἐπὶ τόσους αἰῶνες δὲν προέκυψαν θεολογικὰ ἢ ποιμαντικὰ προβλήματα ποὺ ἐχρειάζοντο ἀντιμετώπιση ὄχι ἐπὶ τοπικοῦ ἀλλὰ ἐπὶ πανορθοδόξου, οἰκουμενικοῦ ἐπιπέδου;

Γιὰ νὰ θεραπευθοῦν αὐτὲς οἱ ἐλλείψεις καὶ νὰ ἐπιλυθοῦν προβλήματα πανορθοδόξου χαρακτῆρος, μὲ πρωτοβουλία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ἄρχισαν διεργασίες ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τοῦ 20οῦ αἰῶνος, οἱ ὁποῖες μετὰ τὶς πρῶτες δυσκολίες κατέληξαν σὲ προσυνοδικὲς συναντήσεις, μὲ στόχο τὴν σύγκληση Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου, ἡ ὁποία κατενοεῖτο πάντως ὡς Οἰκουμενικὴ Σύνοδος. Δὲν ὀνομαζόταν Οἰκουμενικὴ ἡ Σύνοδος, διότι ὅλοι γνωρίζουν ὅτι ἡ οἰκουμενικότητα μιᾶς συνόδου δὲν ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ πῶς τὴν ὀνομάζουν καὶ τὴν θεωροῦν αὐτοὶ ποὺ τὴν συγκαλοῦν, ἀλλὰ ἀπὸ τὸ ἐὰν ἀναγνωρισθεῖ μετὰ τὴν ὁλοκλήρωση τῶν ἐργασιῶν της ἀπὸ τὴν συνείδηση τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας ὡς οἰκουμενική. 

Ὑπάρχουν σύνοδοι ποὺ συνεκλήθησαν ὡς οἰκουμενικὲς καὶ ἀπορρίφθηκαν ὡς αἱρετικές, ὅπως ἡ εἰκονομαχικὴ σύνοδος τῆς Ἱερείας (754) καὶ ἡ τῆς Φερράρας – Φλωρεντίας (1438-1439). Πῶς λοιπὸν μιὰ ἑτοιμαζόμενη σύνοδο νὰ τὴν ὀνομάσουν οἰκουμενικὴ ἐκ τῶν προτέρων, νὰ τῆς ἀποδώσουν δηλαδὴ ἕνα χαρακτήρα, ὁ ὁποῖος μόνον μετὰ τὴν ὁλοκλήρωσή της ἀναγνωρίζεται; Γι᾽ αὐτὸ καὶ προσφυῶς τὴν ὠνόμασαν «Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδο», πιστεύοντας ὅμως ὅτι εἶναι οἰκουμενικὴ καὶ ἐλπίζοντας ὅτι θὰ ἀναγνωρισθεῖ ἐκ τῶν ὑστέρων ὡς οἰκουμενική, ἂν συγκεντρώσει τὰ ἀπαιτούμενα κριτήρια ποὺ εἶναι ἁπλᾶ καὶ ξεκάθαρα· νὰ διακρίνεται γιὰ τὴν ὀρθότητα τῶν δογμάτων καὶ νὰ συμφωνεῖ μὲ τὴν διδασκαλία τῶν προηγουμένων συνόδων, τοπικῶν καὶ οἰκουμενικῶν καὶ τὴν Παράδοση τῶν Ἁγίων Πατέρων. Εἶναι ἀξιωματικὴ καὶ ἀπρόσβλητη ἡ ἐκτίμηση τοῦ Ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, κατὰ τὴν ὁποία «ἐκείνας οἶδεν ἁγίας καὶ ἐγκρίτους συνόδους ὁ εὐσεβὴς τῆς Ἐκκλησίας κανών, ἃς ὀρθότης δογμάτων ἔκρινεν».

Μεταξὺ τῶν πρώτων προσυνοδικῶν διεργασιῶν περιλαμβάνεται τὸ Πανορθόδοξο Συνέδριο τῆς Κωνσταντινουπόλεως τοῦ 1923, ποὺ συνεκλήθη μὲ πρωτοβουλία τοῦ ἀτυχῶς τότε ἐπὶ διετίαν παραμείναντος στὸν Οἰκουμενικὸ Θρόνο μασώνου Πατριάρχου Μελετίου Μεταξάκη, ὁ ὁποῖος ἔθεσε στὴν ἡμερησία διάταξη ἀντιπαραδοσιακὰ καὶ νεωτεριστικὰ θέματα, πολλὰ τῶν ὁποίων ἐτραυμάτισαν τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὡς κακὴ κληρονομιὰ συνοδεύουν ἔκτοτε τὴν θεματολογία τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου μέχρι σήμερα, ὅπως τὸ Ἡμερολογιακό, ὁ κοινὸς ἑορτασμὸς τοῦ Πάσχα, τὰ κωλύματα τοῦ γάμου, ὁ δεύτερος γάμος τῶν ἐν χηρείᾳ κληρικῶν, ὁ ἐκσυγχρονισμὸς τῆς ἐξωτερικῆς ἀμφιέσεώς τους, ἡ ἀναθεώρηση ἐπὶ τὸ ἐλαφρότερον τῶν περὶ νηστείας διατάξεων καὶ ἄλλα.

Κατὰ τὴν διάρκεια τῶν ἐργασιῶν αὐτοῦ τοῦ Συνεδρίου προτάθηκε ἡ σύγκληση Πανορθοδόξου Συνόδου μὲ ἡμερομηνία μάλιστα σύγκλησης τὴν συμπλήρωση 1600 ἐτῶν ἀπὸ τὴν Α´ ἐν Νικαίᾳ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ὥστε ἡ νέα Οἰκουμενικὴ Σύνοδος νὰ συνδέεται μὲ τὴν πρώτη. Ἐπειδὴ ὅμως ἦταν ἀδύνατη ἡ προετοιμασία τῆς Συνόδου ἐντὸς δύο ἐτῶν, τὸ 1925, ἀποφασίσθηκε νὰ γίνει ἕνα ἔτος ἀργότερα, τὸ 1926, χωρὶς καὶ αὐτὸ νὰ κατορθωθεῖ, μὲ συνέπεια νὰ ἀποφασισθεῖ ἀντὶ τῆς Συνόδου νὰ ὀργανωθεῖ μία Προσύνοδος, τὴν προετοιμασία τῆς ὁποίας ἀνέλαβε ἡ συγκληθεῖσα στὸ Ἅγιον Ὄρος τὸ 1930 Προκαταρκτικὴ Ἐπιτροπὴ τῶν Ἁγίων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, μὲ σκοπὸ τὴν διαμόρφωση ἑνὸς κοινῆς ἀποδοχῆς θεματολογίου γιὰ τὴν μέλλουσα νὰ συγκληθεῖ Μεγάλη Σύνοδο.

(Συνεχίζεται)

No comments:

Post a Comment